Βιβλιοθήκη

Η βιβλιοθήκη του Παλαμά, όπως και το Αρχείο του, διασώθηκε αρχικά από την κόρη του Ναυσικά. Μετά τον θάνατό της, το 1956, και του αδελφού της Λέανδρου, το 1958, ήταν ο Κατσίμπαλης εκείνος που ανέλαβε να διαφυλάξει και να κατατάξει όλο το πολύτιμο υλικό. Και τον επόμενο χρόνο, η βιβλιοθήκη κληροδοτήθηκε στο Ίδρυμα, το οποίο ανέλαβε το έργο διαφύλαξής της. Στον χώρο του έχουν εκτεθεί σε ράφια περί τις 3.000 βιβλία της προσωπικής βιβλιοθήκης του Παλαμά, και μάλιστα σε χώρο που έχει διαμορφωθεί κατάλληλα, αντιγράφοντας το γραφείο-κελί τού ποιητή [42]. Το σύνολο των βιβλίων διαιρείται σε δύο ομάδες που περιλαμβάνουν ελάχιστα ελληνόγλωσσα και πολύ περισσότερα ξενόγλωσσα βιβλία. Ανάμεσά τους υπάρχουν τίτλοι ενδεικτικοί των πολυποίκιλων ενδιαφερόντων του ποιητή, όπως το Μανιφέστο του Υπερρεαλισμού του Breton (Manifeste du Surréalisme, 1924) και το Κομμουνιστικό Μανιφέστο των Marx και Engels (Le manifeste du Parti communiste, Bruxelles1896), αλλά και βιβλία για την ψυχανάλυση, την ιατρική ή την κοσμολογία. Σε πολλά βιβλία υπάρχουν συγκινητικές αφιερώσεις κορυφαίων ανθρώπων του πνεύματος. Έτσι, π.χ., ο Paul Valéry αποστέλλει με θερμή αφιέρωση στον Παλαμά το βιβλίο του Discours en l’honneur de Goethe, Paris 1932 («à Kostis Palamas avec mes remerciements et mes hommages. Paul Valéry»), και ο Marinetti ομοίως το βιβλίο του La Ville charnelle, ενώ υπάρχει ενδιαφέρουσα αφιέρωση και του Ψυχάρη, στο εσώφυλλο του βιβλίου του για τον Renan: «Του Κώστα και του Παλαμά μου, που γράφει για τον κόσμο, και που δε γράφει πια στους φίλους. Ψυχάρης» [43]. Και δεν είναι μόνον οι αφιερώσεις που καθιστούν πολύτιμα κειμήλια αυτά τα βιβλία. Είναι ανεκτίμητα, και εξαιτίας του πλήθους των σημειώσεων που κατέγραφε στα περιθώρια ο Παλαμάς. Έτσι λ.χ. στο gende des Siècles του Hugo, υπάρχουν παλαμικές σημειώσεις στα περιθώρια, με βάση τις οποίες μπορούμε να γνωρίσουμε τον Παλαμά ως αναγνώστη [44]. Αλλά και σε βιβλίο της Μαριέτας Μινώτου, με τίτλο Τζιάκομο Λεοπάρντι, ο ποιητής του παγκόσμιου πόνου, του έρωτος και του θανάτου, Αθήναι 1934, υπάρχει μία πολύ ενδιαφέρουσα ιδιόχειρη σημείωση όχι του ποιητή, αλλά της κόρης του Ναυσικάς, γραμμένη αμέσως μετά τον θάνατο του πατέρα της: «Λίγες ημέρες πριν πεθάνει ο Πατέρας-Ποιητής, διαβάζαμε μαζί, ή καλλίτερα του διάβαζα σελίδες από το βιβλίο αυτό. Τον αγαπούσε υπερβολικά τον Leopardi. Ιαν.-Φεβρ. 1943» [45]. Σε άλλο χώρο υπάρχει βιβλιοθήκη με μελέτες που αναφέρονται στο έργο του Παλαμά και στην εποχή του. Τα βιβλία αυτά ανέρχονται περίπου στα 1.200, εκ των οποίων τα 720 είναι δωρεά του Ανδρέα Καραντώνη προς το Ίδρυμα.

Χειρόγραφα

Τα χειρόγραφα του Παλαμά, ομαδοποιημένα αρχικά από τον ίδιο, κατόπιν από την κόρη του και ακολούθως από τον Κατσίμπαλη, αριθμούν 470 φακέλους, ενώ ανέρχονται σε χιλιάδες τα λυτά φύλλα. Κυρίως φυλάσσονται χειρόγραφα ποιητικών και πεζών έργων, ομιλίες, σχεδιάσματα απαντητικών επιστολών, επίσημα έγγραφα, συμφωνητικά, λογαριασμοί, σημειωματάρια, ημερολόγια [46], καθώς και φωτογραφίες. Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι φυλάσσονται χειρόγραφα ομιλιών του για τον Goethe και τον Hugo [47] και ποιητικών έργων του, όπως Η Φλογέρα του Βασιλιά [48], Οι Πεντασύλλαβοι [49], Οι νύχτες του Φήμιου, ο Κρητικός Απρίλης [50], Το πανηγύρι της Κακάβας. Επίσης σώζεται το χειρόγραφο του Φοιτητικού ύμνου που συνέγραψε ο Παλαμάς το 1897 [51], όταν διορίσθηκε Γενικός Γραμματέας του Πανεπιστημίου Αθηνών, σε ηλικία 38 ετών [52]. Στο Ιστορικό Αρχείο του Πανεπιστημίου Αθηνών σώζεται πολύτιμο υλικό: τόμοι ολόκληροι με τα πρακτικά της Συγκλήτου ή λυτά πρυτανικά έγγραφα της περιόδου 1897-1928 συνταγμένα από τον Παλαμά και γραμμένα από το ίδιο του το χέρι, με τον γνωστό καλλιγραφικό του χαρακτήρα. Το ανώτατο πνευματικό ίδρυμα της χώρας για να τιμήσει τη μνήμη του επί τριάντα χρόνια Γραμματέα του, ονόμασε το πνευματικό του κέντρο κτίριο Παλαμά [53].

Επιστολές

Πέρα όμως από τα χειρόγραφα του ίδιου του Παλαμά, φυλάσσονται και επιστολικά κείμενα ομοτέχνων φίλων του, αλλά και πολιτικών ανδρών, καθώς και ανθρώπων του πνεύματος γενικότερα. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν δύο επιστολές, ενός λογοτέχνη της προγενέστερης του Παλαμά γενιάς, και ενός νεώτερου. Συγκεκριμένα, στις 22 Μαρτίου 1882, ο Αχιλλεύς Παράχος έγραφε στον Παλαμά: «Φίλτατε, δύω μόνον λέξεις, διότι ο φίλος όστις θα Σε δώση την επιστολήν αναχωρεί την στιγμήν ταύτην. Δεν είμαι αχάριστος! Είμαι μόνον τεμπέλη. Δια τούτο μόνον δεν Σας έγραψα (…) Σε πέμπω εν σώμα των ποιημάτων μου και Σε φιλώ ως πρεσβύτερος αδελφός Κώστα μου! Όλος Σος Α. Παράσχος» [54]. Το 1909, ο νεωτεριστής των γραμμάτων μας Νίκος Καζαντζάκης έστειλε στον Παλαμά εξίσου θερμή επιστολή [55]. Επίσης ο Παλαμάς δέχεται θερμές επιστολές και από ομοτέχνους του τού Εξωτερικού, όπως για παράδειγμα από τον ιδρυτή του Φουτουρισμού F. T. Marinetti [56]. Από τους πολιτικούς επιστολογράφους του Παλαμά, θυμίζουμε τον Βενιζέλο, ο οποίος με αφορμή τον εορτασμό της πεντηκονταετηρίδας της πνευματικής δημιουργίας του Παλαμά στη Θεσσαλονίκη, του έστειλε ένα θερμό γράμμα στις 24 Δεκεμβρίου 1927: «Φίλε κ. Παλαμά, παρακαλώ δεχθήτε και τα δικά μου συγχαρητήρια για την πεντηκονταετηρίδα που εορτάσθηκε τόσο ωραία στη Θεσσαλονίκη. Όλοι μας ευχόμεθα να ζήσετε πολλά ακόμη χρόνια δια να σκορπίζετε με τον εμπνευσμένο στίχο σας εις τη δύσκολη σημερινή περίοδο της εθνικής ζωής κάποια παρηγοριά, κάποιο φρονηματισμό και κάποια ελπίδα. Σας εύχομαι να περάσετε τις εορτές με υγεία και χαρά. Δικός σας Ελευθέριος Βενιζέλος» [57]. Αλλά και ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος, στις 30 Νοεμβρίου 1921, αποστέλλει από τη Χαϊδελβέργη στον Παλαμά, με ένα συνοδευτικό γράμμα, ορισμένα νεανικά ποιήματά του που σκόπευε να εκδώσει. Για τον λόγο αυτόν ζητάει προηγουμένως τις συμβουλές τού εθνικού ποιητή. Η επιστολή αρχίζει ως εξής: «Αξιότιμε Κύριε Παλαμά, δεν είνε μόνο μια υποχρέωση. Είνε ένας πόθος μου εσωτερικός, είνε μια ανάγκη που με βάζει σήμερα –που θα μ’ έβαζε και αύριο– να εμπιστευθώ στα χέρια τα δικά Σας το πιο αγαπημένο μου, το πιο δικό μου απ’ όσα μπορούσα να πάρω από τον εαυτό μου. Σας το στέλνω από μακριά. Είνε τα τραγούδια μου. Τα στέλνω πάλι στην πατρίδα τους. Γεννημένα στην ξενητειά νοιώθουν ακόμα πιο μεγάλη την ανάγκη να ζεσταθούν στη μητρική τους αγκαλιά. Τα στέλνω και τα χαρίζω στον άνθρωπο εκείνο που καλύτερα από κάθε άλλον θα τα καλωσορίση στον ερχομό τους θα δειχτή σκληρός στην σκληρότητά τους και απαλός στη καλοσύνη τους!» [58].